ωμοπλατοσκοπία

ωμοπλατοσκοπία
η / ὠμοπλατοσκοπία, ΝΜ
1. (λαογρ.) είδος τεχνητής μαντείας από σημεία τής ωμοπλάτης αρνιού
2. φρ. «Περί ωμοπλατοσκοπίας» — τίτλος πραγματείας τού Μιχαήλ Ψελλού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὠμοπλάτη + -σκοπία (< -σκόπος < σκοπῶ), πρβλ. οἰωνο-σκοπία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”